- ινδογενής
- ἰνδογενής, -ές (Α)αυτός που έχει γεννηθεί στην Ινδία.[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἰνδός + -γενής (< γένος), πρβλ. ιθα-γενής, ομο-γενής].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ἰνδογενής — born in India masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰνδογενοῦς — Ἰνδογενής born in India masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μαυρίκιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε μαζί με εβδομήντα στρατιώτες επί Μαξιμιανού στην Απαμεία. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Δεκεμβρίου. 2. Ένας από 45 μάρτυρες που μαρτύρησαν στη Νικόπολη της Αρμενίας επί Λικινίου (307 323). Η … Dictionary of Greek